3.11.10

ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ


Βοήθεια!
Πρέπει να φτάσω. Να τρέξω. Ν’ αλλάξω.
Ίσως χαθώ. Στο βάθος του δρόμου…
Το λόγο…
Το χτύπο…
Κάτι θ’ ακούσω. Πρέπει να φτάσω.
Βοήθεια!
Το ρίσκο να πάρω. Πρέπει… Ν’ αράξω.
Στη ζυγαριά τ’ ανέμου ν’ αφήσω… Τα χέρια.
Κλεμμένη την όψη να σβήσω. Να πάρω.
Βοήθεια!
Πρέπει ν’ αλλάξω.
Όσους κυνήγησα πρέπει να πιάσω.
Ορίζοντες.
Ασάλευτους όρκους.
Τους μοναχούς της κλεμμένης οδού.
Το τέρας που έκρυψα. Το νόμο. Ν’ αλλάξω.
Το ρίσκο θα πάρω.
Βοήθεια!
Κάτι να κάνω!
Ν’ αφήσω το εξάρτημα της μηχανής να σπάσει.
Αυτό που δένει να κυλήσει. Σα ρόδα στροφάρει.
Το πυρωμένο σίδερο να ξεχυθεί. Να λάμψει.
Βοήθεια!
Κάτι σαλπάρει.
Τα τεντωμένα δάχτυλα.
Την αγωνία απογειώνω μ’ ένα βαθύ παράπονο.
Το δυνατό κρότο ξεθάβω… κι έτσι γραμμώνω τη μορφή.
Σχήμα την κάνω.
Βοήθεια!
Κύκλους ταράττω.
Κάποιος ωθεί. Κάποιος μισεί.
Κάποιος στο πανηγύρι τους ορφανούς καλεί.
Βοήθεια!
Κάτι θα δει!
Την ξεχασμένη τραγωδία ειρωνικά κεντά στο δέρμα του θανάτου.
Βοήθεια!
Κάποιος θα ‘ρθει!
Ίχνη από μέταλλο στο χιόνι. Κάποιο καρφί.
Άρμα απρόσωπο. Στάζει βροχή.
Ο υποχθόνιος προσωπάρχης με καλεί.
Βοήθεια!
Κάτι θα δει!
Ακίνητη στέκει η λίμνη.
Στα παγωμένα της νερά σταμάτησε για να καθρεφτιστεί.
Τη μοίρα έκλεισε μες στους υγρούς κρυστάλλους των ματιών του.
Το φύλο του δεν καθορίστηκε.
Βοήθεια!
Πρέπει να δει! Πρέπει να δει!
Είναι μακριά.
Δε γράφει χρόνο.
Κάτι είναι πέρα απ’ τη σιωπή.
Βοήθεια! Πρέπει να δει!
Πρέπει να δει! Πρέπει να φτάσει! Να ορκιστεί!
Ειν’ η γαλήνη!
Είν’ η γαλήνη του θανάτου.
Γλιστράει στο άρμα κι επιζεί.

Ακολουθώ ιχνηλατώντας…
συνειδητά παραδομένος στο παραμιλητό της διαδρομής.

Πίνακας: «Yea Though I Walk Through the Valley of the Shadow of Death I Will Fear No Evil» by Franc C. Pape