26.3.09

ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ

«Παιδί μου!» φώναξε η μάνα μου
κι εγώ έστεκα εκεί.
Στη μέση του προαυλίου, με χέρια διπλωμένα αναρωτιόμουν…
Τι, δε ξέρω.
Σταμάτησαν οι σκέψεις ξέρω να χορεύουν σταμάτησαν
οι σκέψεις παλεύουν σταματημένες ξέρω…
Σε ροζ φόντο.
Μένω.

«Παιδί μου!» φώναξε η μάνα μου
κι εγώ έστεκα εκεί.
Να τρέχω μέσα στην αυλή ενός νεκροταφείου…
Με πόδια αλύγιστα, σταματημένος…
Γιατί, δε ξέρω.
Σταμάτησαν οι τύψεις να υφαίνουν ξέρω τύψεις να υφαίνουν
οι τύψεις χορεύουν σταματημένες ξέρω…
Σε ροζ φόντο.
Μένω.

«Παιδί μου!» φώναξε η μάνα μου
Κι εγώ έστεκα εκεί.
Ξέρω. Σταματημένος τυλιγμένος σε ίλιγγο μπλεγμένος
σε μπαλόνια τυλιγμένος ξέρω μπλεγμένος σε ίλιγγο.
Μένω.
Σε ροζ φόντο.
Φεύγω;

«Παιδί μου!» φώναξε η μάνα μου
κι εγώ έστεκα εκεί.
Ξέρω.
Τα παιδιά παίζουν στο σχολείο, στην αυλή του ιλίγγου,
προαύλιο νεκροταφείου.
Μπαλόνια οι καμπάνες και ροζ εσπερινοί υφαίνουν τύψεις
χορεύουν…
Γιατί, δε ξέρω.

«Παιδί μου!» φώναξε η μάνα μου
κι εγώ έστεκα εκεί.
Ξέρω.
Μένω.
Το φόντο είχε γίνει μαύρο.
Φεύγω.

Πίνακας: "The dead Mother" by Edvard Munch

18.3.09

ΕΜΜΟΝΕΣ

Μία λάμπα αναμμένη κι ένα ψίχουλο τριμμένο,
στοιχειώνουν μήνες τώρα τα όνειρά μου.
Είναι φορές που κλείνω κάθε λάμπα στο σπίτι που ζω.
Κι όποτε βλέπω ψίχουλα,
φέρνω τα περιστέρια στο τραπέζι μου για να τα φάνε.
Έτσι ηρεμώ.
Κι ύστερα...
Πάντα κάποιος θα 'ρθει...
κι επίτηδες θ' ανάψει κάθε λάμπα,
που με πολύ κόπο κατάφερα λίγο πρωτύτερα να σβήσω.
Κι ύστερα...
Πάντα κάποιος θα βρεθεί...
κι επίτηδες θ' αφήσει πάλι τριμμένα ψίχουλα στο τραπέζι.
Τότε...
τα χέρια μου θα έχουν πληγές...
και θα 'ναι αδύνατο να κλείσω κάθε λάμπα,
ενώ τα περιστέρια θα έχουν πετάξει μακριά...
για να εξαφανίσουν το κάθε ψίχουλο.
Θα φωνάξω δυνατά.
Θα ζητήσω βοήθεια.
Κι ύστερα...
Ένας θα 'ρθει...
και θα σβήσει κάθε λάμπα.
Θ' αφήσει μία αναμμένη στο σπίτι που ζώ.
Κι ύστερα...
Ένας θα 'ρθει...
και θα μαζέψει κάθε ψίχουλο απ' το τραπέζι.
Θ' αφήσει ένα τριμμένο πάνω του.
Να, πως στοιχειώνουν τα όνειρά μου...
μία λάμπα αναμμένη κι ένα τριμμένο ψίχουλο!

Πίνακας:"La folle" by Chaim Soutine

4.3.09

Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ

Κύριοι...
Αρχίζει η παράσταση των συνοφρυωμένων ειδώλων.
Οι σάλπιγγες ηχούν. Οι βοσκοί θρηνούν.
Ακροβατούν το μένος οι σαλτιμπάγκοι των αιωνίων λικνισμάτων κι ελιγμών.
Φθινοπωρινό πρωινό, πού πήγε η λάμψη που απέκτησες εκείνο το καλοκαιριάτικο ξημέρωμα πριν γίνει η αποκάλυψη των ιερών;
Τα πνεύματα κομπάζουν.
Χάνουν τα λόγια τους οι φανφαρόνοι υποκριτές.
Που κρύφτηκες καταραμένε υποβολέα;
Μάγια!
Σε ποια στοά λιμοκτονείς; Από πού έρχονται αυτά τα ουρλιαχτά της γέννας;
Σαπισμένα φρένα. Δε σταματά εδώ το όχημα που μεταφέρει την οργή.
Δανδήδες όλης της γης,
οι πυρσοί που κρατάτε μ' ένα ψίθυρο του ανέμου θα σβήσουν!
Ετοιμαστείτε!
Στο τέλος η βροντή θα γίνει ένα με την παρουσία της ιερότητας των συνοφρυωμένων ειδώλων.
Και η παράσταση συνεχίζεται...
Χειροκροτήματα. Τυραννικά ποδοβολητά. Άσεμνοι κρότοι και χάχανα.
Σαλεύει η αιματοβαμμένη αυλαία.
Ποιος σκότωσε τον Κόμη και τη μικρή του Κόρη;
Ψάξτε το δολοφόνο!
Βρίσκεται ανάμεσά μας.
Δεν ήταν Κόρη. Ήταν Γιος!
Κρατά στο χέρι το κλειδί των μεταμορφωμένων εγκλημάτων.
Το παλάτι φλέγεται. Κρυφά γελά ο ουρανός.
Ο ήλιος βγαίνει. Χαίρεται.
Οι τυμπανοκρουσίες γίναν’ αχτίδες λεκιασμένες μ' αίμα.
Στο πανηγύρι, βρέθηκαν κι άλλοι υποκριτές.
Θυμήθηκαν τα λόγια τους αυτή τη φορά.
Οι ονειροπαρμένοι κλέφτες λιποθυμούν στις γωνιές των σταυρικών μοναστηριών που σπέρνουν τους θανάτους.
Εκεί ψηλά...
στους πολύχρωμους θόλους των καθεδρικών ναών κρύβεται η αλήθεια!
Τι μου ψιθύρισαν οι αδικημένοι ποιητές πριν γίνει η αποκάλυψη των αυτοθυσιών τους;
Εφηβικές ανοησίες;
Ακούστε μόνο το πατρικό σας κήρυγμα λοιπόν.
Κύριοι...
Εδώ η αυλαία έκλεισε.
Και η παράσταση ακόμα συνεχίζεται...

Πίνακας: "The Nun" by Otto Dix